- κτισματολατρεία
- κτισματο-λατρεία, ἡ, die Anbetung geschaffener Dinge
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
κτισματολατρία — η (Α κτισματολατρεία) [κτισματολάτρης] η λατρεία τών δημιουργημάτων αντί τού δημιουργού τους, ειδωλολατρία … Dictionary of Greek